Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Νύκτα

Μαύρη Νύκτα, φύγε... σε τρομάζω,
δεν μ' αρέσει διόλου το σκοτάδι,
πάντα ήλιο θέλω να κυττάζω,
πάντα 'μέρα νάναι, ποτέ βράδυ.

Όταν συ απλώνης τα φτερά,
πιο πολύ ρεμβάζει ο καθείς,
πιο πολύ θρηνεί κι' η συμφορά,
κι' είν' ο κόσμος γρίφος πιο βαθύς.

Πιο πολύ ο νους μας σκοτινιάζει,
πιο βαρύ το έγκλημα γεννάται,
πιο πολύ ο χάρος μάς τρομάζει,
πιο πολύ ο άρρωστος φοβάται.

Μα κι' οι τάφοι μένουν αδειανοί,
κάθε μακαρίτης έξω βγαίνει..
άμα κοιμηθούν οι ζωντανοί,
τότε εξυπνούν οι πεθαμμένοι.

Σιωπή και φρίκη βασιλεύει!
τώρα κλαιν τους άνδρας των η χήραις,
κάθε λωποδύτης τώρα κλέβει,
τώρα ρουχαλίζουν κι' οι κλητήρες.

Ω! πώς τρέμω τώρα και ριγώ
έως εις τα βάθη των κοκκάλων ...
τέτοια ώρα μόνος μου κι' εγώ
σκέπτομαι και γράφω άλλ' άντ' άλλων.

Μα κι' η Νύκτα έχει τα καλά της,
κι' αυτή κρύβει θέλγητρα γλυκά
μας πλανούν τα τόσα όνειρά της,
και κρεββάτια στρώνει νυμφικά.

Πόσοι να νυκτώση καρτερούν,
να μεθύσουν μ' έρωτος φιλιά!
πόσαις νύφαις τώρα σπαρταρούν
σε γαμβρών δροσάτη αγκαλιά!

'Στο σκοτάδι έρως μας καλεί,
ουρανός και γη κρυφά φιλιούνται,
κι' αν πεθαίνουν τώρα πιο πολλοί,
μα και πόσοι τώρα δεν γεννειούνται!

Παύει και ο κόπος κι' η δουλειά,
παύουν τόσαι σκέψεις και φροντίδες,
πού και πού γαυγίζουν τα σκυλιά,
δεν ακούς βοή κι' εφημερίδες.

Ησυχάζει τόνα κι' άλλο κόμμα,
φλύαρος κανένας δεν 'μιλεί,
ο Μορφεύς βουβαίνει κάθε στόμα
δεν συνεδριάζει κι' η βουλή.

Ω! με πόσα όνειρα τρελλά
αρμενίζουν άπειροι θνητοί!
Πόσοι ζουν 'στον ύπνο πιο καλά,
παρά όταν ήναι ξυπνητοί!

Μα κι' εμένα πόσα δεν γελούν!
τι ονείρων κόσμος με μαγεύει
μα του κάκου... τι με ωφελούν,
αφού ένα καν δεν αληθεύει;

Γ. Σουρής