Πρέπει να μιλάμε ξεκάθαρα για τις ξάστερες πέτρες,
για τις πέτρες τις σκοτεινές,
για τον αρχέγονο βράχο, για τη γαλάζια ακτίνα
που έμεινε φυλακισμένη στο ζαφείρι,
για το μνημείο του γκρεμού με το ακανόνιστο
μεγαλείο του, για την υποβρύχια πτήση του σμαραγδιού
στο πυρακτωμένο του πράσινου.
Τώρα λοιπόν συλλογίσου: το καλντερίμι
ή τα φανταχτερά εμπορεύματα,
το παρθένο αστραποβόλημα του ρουμπινιού
ή το μαρμαρωμένο κύμα της ακτής
ή το μυστικό πίδακα που διάλεξε
τη σκοτεινή λάμψη του ίσκιου.
Εγώ, ο φθαρτός θνητός, αναρωτιέμαι:
ποια μάνα τα ’φερε στον κόσμο, ποιο σπέρμα
–ηφαιστειακό, ωκεάνιο, παλιρροιακό–
ποιος ανθός πρωτεϊκός, ποιο άρωμα
που τα εμπόδισε το παγωμένο φως;
Ανήκω στην κατηγορία των φθαρτών ανθρώπων
που παγιδεύτηκαν ανάμεσα σε αγάπες
και καταλήξανε καμμένοι, διαμελισμένοι
σε σώμα και φιλιά, σε λέξεις ζοφερές
που τις κατάπιε ο ίσκιος.
Δεν κάνω εγώ γι’ αυτού του είδους τα μυστήρια:
ανοίγω τα μάτια μου και δεν βλέπω τίποτε˙
αγγίζω τη γη και συνεχίζω το ταξίδι
μες σε φωτιές, λουλούδια, αρώματα, νερό,
που όλα μεταλλάσσονται σε φυλές του κρύσταλλου
και αποθανατίζονται σε έργα του φωτός.
P. Neruda
για τις πέτρες τις σκοτεινές,
για τον αρχέγονο βράχο, για τη γαλάζια ακτίνα
που έμεινε φυλακισμένη στο ζαφείρι,
για το μνημείο του γκρεμού με το ακανόνιστο
μεγαλείο του, για την υποβρύχια πτήση του σμαραγδιού
στο πυρακτωμένο του πράσινου.
Τώρα λοιπόν συλλογίσου: το καλντερίμι
ή τα φανταχτερά εμπορεύματα,
το παρθένο αστραποβόλημα του ρουμπινιού
ή το μαρμαρωμένο κύμα της ακτής
ή το μυστικό πίδακα που διάλεξε
τη σκοτεινή λάμψη του ίσκιου.
Εγώ, ο φθαρτός θνητός, αναρωτιέμαι:
ποια μάνα τα ’φερε στον κόσμο, ποιο σπέρμα
–ηφαιστειακό, ωκεάνιο, παλιρροιακό–
ποιος ανθός πρωτεϊκός, ποιο άρωμα
που τα εμπόδισε το παγωμένο φως;
Ανήκω στην κατηγορία των φθαρτών ανθρώπων
που παγιδεύτηκαν ανάμεσα σε αγάπες
και καταλήξανε καμμένοι, διαμελισμένοι
σε σώμα και φιλιά, σε λέξεις ζοφερές
που τις κατάπιε ο ίσκιος.
Δεν κάνω εγώ γι’ αυτού του είδους τα μυστήρια:
ανοίγω τα μάτια μου και δεν βλέπω τίποτε˙
αγγίζω τη γη και συνεχίζω το ταξίδι
μες σε φωτιές, λουλούδια, αρώματα, νερό,
που όλα μεταλλάσσονται σε φυλές του κρύσταλλου
και αποθανατίζονται σε έργα του φωτός.
P. Neruda