Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016

Ήταν ένα βαθύ κι εξαίσιο βράδυ…

Ήταν ένα βαθύ κι εξαίσιο βράδυ,
–βράδυ λεπτό, κι ασύλληπτο, Χιμαίρας!
Ποτέ, τόσο πολύ, τέλος ημέρας,
δεν είχε λάμψει τόσο, σαν πετράδι...

Κατέβαινε το φως, –μιά ωχρή αγωνία,
σε κήπους, όλο βάλσαμα γιομάτους·
τ’ άνθη μεθούσαν από τ’ άρωμά τους,
μέσα σε μιαν ανείπωτη αρμονία...

Δεν είχε καν υπάρξει τέτοια δύση
μήτε στο νου των πιο γλυκών ζωγράφων:
ακόμα και τα μάρμαρα των τάφων,
μια δόξα μυστικά τα είχε κερδίσει...

Κι όταν το θάμπος άρχιζε να φθάνει,
κι η νύχτα τ’ αργά μάγια της να κλώθει,
το φεγγάρι, παντού, σα φλόγα απλώθη...
Κι ήταν το βράδυ αυτό που είχα πεθάνει...

Ν. Λαπαθιώτης