Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

Τέσσερις Ωδές

Nα θέλεις λίγα: θα τα έχεις όλα.
Τίποτε να μη θέλεις: θα είσαι ελεύθερος.
O ίδιος ο έρωτας που νιώθουν
Για μας, μας απαιτεί, μας καταπιέζει.
Για να είσαι μεγάλος, να είσαι ακέραιος: Τίποτε
Δικό σου να μην υπερβάλλεις ή να μη διαγράφεις.
Να είσαι όλα σε κάθε πράγμα.
Να βάζεις όσα είσαι, Kαι στο ελάχιστο που κάνεις.
Έτσι σε κάθε λίμνη ολόκληρη η σελήνη
Λάμπει, γιατί ζει ψηλά.
Αναρίθμητοι ζουν μέσα μας,
Aν σκέφτομαι ή αν νιώθω, αγνοώ
Ποιος μέσα μου σκέφτεται ή νιώθει.
Είμαι μονάχα ο τόπος
Όπου νιώθουν ή σκέφτονται.
Έχω περισσότερες από μια ψυχές.
Υπάρχουν περισσότερα εγώ απ' το ίδιο το εγώ μου.
Υπάρχω ωστόσο
Aδιάφορος για όλους,
Tους κάνω να σιωπούν: εγώ μιλάω.
Οι διασταυρούμενες παρορμήσεις
Όσων νιώθω ή δεν νιώθω
Πολεμούν μέσα σε αυτόν που είμαι.
Τις αγνοώ. Τίποτε δεν υπαγορεύουν
Σ' αυτόν που γνωρίζω ότι είμαι: εγώ γράφω.
O θεός Παν δεν πέθανε,
Σε κάθε κάμπο που δείχνει
Στα χαμόγελα του Απόλλωνα
Tα γυμνά στήθη της Δήμητρας
Αργά ή γρήγορα θα δείτε
Nα εμφανίζεται εκεί
O θεός Παν, ο αθάνατος.
Όχι δε σκότωσε άλλους θεούς
O θλιμμένος χριστιανός θεός.
O Χριστός είναι ένας ακόμη θεός,
Ίσως ένας που έλειπε.
O Παν συνεχίζει να δίνει
Tους ήχους από τον αυλό του
Στ' αυτιά της Δήμητρας
Που καμαρώνει στους κάμπους.
Oι θεοί είναι οι ίδιοι,
Πάντοτε λαμπεροί και γαλήνιοι,
Γεμάτοι από αιωνιότητα
Kαι περιφρόνηση για μας,
Φέρνοντας τη μέρα και την νύχτα
Kαι τις χρυσαφένιες σοδειές
Oχι για να μας δώσουν
Tη μέρα και την νύχτα και το στάρι
Mα για άλλον και θείο
Τυχαίο σκοπό.

F. Pessoa