Αυτόν εδώ τον βλέπετε με φρύδι' ανασυρμένα,
Με σουφρωμένο μέτωπον, με μάτια βουληγμένα;
Σωπάτε κ' είναι Ποιητής!…
Με της πικρίας το ραβδί τα σύμπαντα θα δείρη·
Γιανίτσαρος των Ποιητών, αρπάζει το σατίρι,
Και θα φανή Σατυριστής.
Με σουφρωμένο μέτωπον, με μάτια βουληγμένα;
Σωπάτε κ' είναι Ποιητής!…
Με της πικρίας το ραβδί τα σύμπαντα θα δείρη·
Γιανίτσαρος των Ποιητών, αρπάζει το σατίρι,
Και θα φανή Σατυριστής.
Σατυριστής… Ως κεραυνός βαστά τον κάλαμόν του,
Τα βέλη του εβούτησε 'ς τον βραστερόν θυμόν του,
Φαρέτραν κρέμασε διπλήν˙
Απόλλων νυκτοπρόσωπος τεντώνει το δοξάρι,
Τον κόσμον όλον σύσσωμον ο Διάβολος θα πάρη
Με πρώτον τίναγμά του… Πλην
Τα βέλη του εβούτησε 'ς τον βραστερόν θυμόν του,
Φαρέτραν κρέμασε διπλήν˙
Απόλλων νυκτοπρόσωπος τεντώνει το δοξάρι,
Τον κόσμον όλον σύσσωμον ο Διάβολος θα πάρη
Με πρώτον τίναγμά του… Πλην
Εσκάλωσεν η εύροια των στίχων του˙ σταθήτε˙
Ακούτε τον Σατυριστήν; αγανακτεί, λυπείται,
Τον κάλαμον συχνοβουτά˙
'Σ τα είκοσί του δάκτυλα τα μέτρα συλλαβίζει,
Αλλάζει το τετράδιον, τον ίδρων του σκουπίζει,
Το καλαμάρι του πετά.
Ακούτε τον Σατυριστήν; αγανακτεί, λυπείται,
Τον κάλαμον συχνοβουτά˙
'Σ τα είκοσί του δάκτυλα τα μέτρα συλλαβίζει,
Αλλάζει το τετράδιον, τον ίδρων του σκουπίζει,
Το καλαμάρι του πετά.
Με τας σβυσμένας λέξεις του λουλούδια σχεδιάζει.
Του στίχου η κατάληξις ολίγο δεν τεριάζει
Και την ζητεί 'ς τα λεξικά.
Φυσά, σφυρίζει, ξύνεται, ανάλατα τα κρίνει,
Και σβύνει, γράφει άτυχα, και σβύνει, γράφει, σβύνει.
Ω! τι δεινά ποιητικά!
Του στίχου η κατάληξις ολίγο δεν τεριάζει
Και την ζητεί 'ς τα λεξικά.
Φυσά, σφυρίζει, ξύνεται, ανάλατα τα κρίνει,
Και σβύνει, γράφει άτυχα, και σβύνει, γράφει, σβύνει.
Ω! τι δεινά ποιητικά!
Πλην να σού τον… εμπνέεται˙ τα φρύδια διέτε κάτου.
Επήρε δρομ' ο κάλαμος˙ γελούν τα βλέμματά του.
Ιδέ, συνέλαβε, θαρρώ.
Εγγαστρωμέν' η Μούσά του 'ς τον σκάμνον πριν καθήση,
Θ' αποβαλθή παράκαιρα, και μέλλει να γεννήση
Τετραμηνήτικο μωρό.
Επήρε δρομ' ο κάλαμος˙ γελούν τα βλέμματά του.
Ιδέ, συνέλαβε, θαρρώ.
Εγγαστρωμέν' η Μούσά του 'ς τον σκάμνον πριν καθήση,
Θ' αποβαλθή παράκαιρα, και μέλλει να γεννήση
Τετραμηνήτικο μωρό.
Εγέννησε… ακροατάς ζητεί να τ' αναγνώση.
Φευγιό, παιδιά! τι στέκεσθε; θα μας καταπλακώση.
Άφες μας, άφες, Ποιητή!
Να ζη το νεογέννητο! τ' αυτιά μας μη πειράζης·
Ειν' ευτυχές το Ποίημα, και να μας το διαβάζης
Είν' τιμωρία περιττή.
Φευγιό, παιδιά! τι στέκεσθε; θα μας καταπλακώση.
Άφες μας, άφες, Ποιητή!
Να ζη το νεογέννητο! τ' αυτιά μας μη πειράζης·
Ειν' ευτυχές το Ποίημα, και να μας το διαβάζης
Είν' τιμωρία περιττή.
Η. Τανταλίδης