Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2018

Τα μυστικά του Αγνώστου

Βαθυά βαθυά μες την καρδιά μου νοιώθω,
Μες την καρδιά τη μυριοπονεμένη,
Έναν παντοτεινό κι’ άσβυστο πόθο
Που με ψυχομαραίνει·
Ταντάλου διψ’ αθάνατ’ είναι τούτη
Οπού τα χείλη της ψυχής μου φρύγει·
Γι’ αυτήν όλα της τ’ άμετρα πλούτη
Δροσιά θάχαν ολίγη.

Είν’ αγάπη; Δεν είναι· όλο το μέλι
Που κρύβουν μες τα χείλη χίλιαις κόραις
Όμορφες σαν του Ραφαήλ οι αγγέλοι,
Για πολλαίς πολλαίς ώραις
Από ένα στομ’ αν το ρουφούσα, η λάβρα
Που η φλογ’ ακαταλάγιαστη έχει ανάψη
Μέσα ’ς τα φυλλοκάρδια μου τα μαύρα,
Δε θάθελε, όχι, πάψη.

Τα ονείρατα της δόξας από χρόνια,
Σαν το χόχλο μες ’ς το νερό που βράζει,
Έσκαζαν, και του κόσμου η καταφρόνια
Και το πικρό μαράζι,
Που αυτή γεννά, μου απόμειναν μονάχα·
Όχι, δεν είναι αμάραντο στεφάνι
Δάφνης εκείνο πώθελα εγώ νάχα,
Νάμαι μηδέν μου φτάνει!

Οι ελπίδες μου όλες εσβυσθήκαν· πάει!
Η χρυσόφτεραις φύγαν φαντασίαις·
Μόνο αυτός ο πόθος θα με φάη,
Που βάλαν οι Εριννύες
’Σ τα φρενιασμένα του νοός μου βάθη,
Για νάναι ο δαίμονάς του κι’ ο θεός του:
Όλο το εγώ μου λαχταρεί να μάθη
Τα μυστικά του αγνώστου.

Λ. Μαβίλης