Θυμάμαι, νύχτα ήταν βαθιά,
μα η μέρα κόντευε να φτάσει,
καθώς κινήσαμε μαζί,
για να χαθούμε μες στην πλάση·
κι επειδής είχαμε δεχτεί,
καθένας τη δική του μοίρα,
πήρες τον ένα δρόμο εσύ,
κι εγώ τον άλλο δρόμο πήρα.
Πόσο παλέψαμε κι οι δυο
και κυλιστήκαμε στο χώμα,
ζητώντας και τα πιο μικρά,
–δε θα το πει κανένα στόμα
και σ' όσα πέσαμε κακά,
–παγίδες, λάθη, πλάνες, πάθη,
κανένας μας δε μπορεί πια
μήτε να δει μήτε να μάθει…
Κι αφού χαθήκαμε καιρό
και πλανηθήκαμε στην τύχη,
(κι ως τώρα, μόνος μας δεσμός
δεν ήταν παρά κάποιοι στίχοι ),
τώρα, που τ’ όνειρο για μας
τα φώτα σβήνει τα στερνά του,
–προσμένω, πάλι, να σε βρω,
μες στη γαλήνη του θανάτου...
Ν. Λαπαθιώτης