Δευτέρα 13 Απριλίου 2015

Ανοιχτή γκαρνταρόμπα

Στο κάτω μέρος είναι τα παπούτσια.
Φοβούνται μια μέλισσα
στην έξοδο,
μια δεκάρα στην επιστροφή
μια μέλισσα και μια δεκάρα που μπορεί
να την πατήσουν
μέχρι να χωρέσει το αποτύπωμά τους.

Στο πάνω μέρος είναι το σπίτι του σκούφου.
Απίστευτα πούπουλα.

Πώς λεγόταν το πουλί,
κατά πού τράβηξε το βλέμμα του
μόλις είδε ότι παραήταν παρδαλά τα φτερά του;

Οι άσπρες μπαλίτσες κοιμισμένες στις τσέπες
ονειρεύονται σκόρους.

Εδώ λείπει ένα κουμπί,
η ζώνη κουρασμένο φίδι.

Πένθιμο μετάξι
μαργαρίτες κι άλλα εύφλεκτα λουλούδια,
Φθινόπωρο που γίνεται φόρεμα.
Κάθε Κυριακή χορτασμένη από σάρκα
και το αλάτι του τσαλακωμένου λινού.

Πριν η γκαρνταρόμπα σωπάσει και γίνει ξύλο,
ένας μακρινός συγγενής του πεύκου –

Ποιος θα φοράει το παλτό
σαν πεθάνεις;

Ποιος θα κουνήσει το χέρι του μες στο μανίκι,
προλαβαίνοντας κάθε κίνηση;

Ποιος θα σηκώσει το κολάρο
θα σταματήσει μπροστά στις φωτογραφίες
και θα ’ναι κάτω απ’ την ανεμόδαρτη καμπάνα;

G. Grass