Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2015

Τοπίο βροχής

Βρίζεις βροχή ουρανέ ρικνό κριμάτισμα
Σαν κύμα που όλο επάνω μου τσακίστηκε
Για μια στιγμή σπασμένο από το βάρος του
Και φύτρωσε άξαφνα στα μάτια μου ένα φως
Μα φως ένα άγριο κλαδί λιγνό ποδάρι
Όπως καρφώθηκε στα μάτια μου με οπλή
Τινάζοντας τα χώματα παντού

Μετά άμα αίμα μύρισε οχετός
Βάρυναν τα φτερά και ηχεί τριγμός

Βρίζεις βροχή ουρανέ αραιό κυμάτισμα και
Δες πώς δένει αργά ένα κάγκελο γυαλί
Που υφαίνεται και υψώνεται διαρκώς ενώ η βροχή
Με χλόη ντυμένη πάλι πέφτει απ’ την αρχή
Με αγκάθια ραίνει όλες τις ώρες του ο καιρός
Στεφάνια πλέκοντας με χείλη μαραμένα

Μετά πεσμένο λάβαρο η βροχή
Μέταλλο από νερό κομματιασμένο είναι και δες

Κρυφά πως φτύνει νύχτα τον καθρέφτη της
Να μην τη δει όπως κείτεται γυμνή
Τετράφυλλη όλη και άκουσε η βροχή
Πώς κλαίει θηλάζοντας τη λάσπη μες στους λάκκους της
Λίγο πριν σηκωθεί
Μπορεί γι’ αυτό της φτιάχνει πέδιλα ο καιρός
Να μην τα λιώνει ο κεραυνός – να περπατήσει


Πάλι βροχή φυτρώνει ανάποδα – να οι σπόροι της
Τι χρώμα αλλάζοντας τα χώματα στον ουρανό
Στάλες νομίσματα που αστράφτοντας γλιστρούν
Καθώς αστράφτουν πριν χαθούν μέσα σε ρυάκια
αγριεμένα

Βροχή φυτρώνει το νερό της συλλογίζεται
Χωρίς να ηχεί με στάλες συλλαβίζεται
Στο βήμα του ήχου μιας σταγόνας μακρινής
Με τρέμισμα που εντός της καθρεφτίζεται
Όσο κρατάει το τίναγμα κατά τον ουρανό

Γιατί φυτρώνει ανάποδα η βροχή
Χυμένο μέταλλο λιωμένο από φωτιά μπορεί γι’ αυτό
Καμιά φορά να είν’ η φωτιά το δέρμα της γδαρμένο
από νερό
Και το νερό διάφανο δέντρο αόρατα κλαδιά
Φίδι τυφλό με δέρμα υγρό τη φλόγα συλλαβίζει

Δέντρο μου ατάραχο νερό
Και αδέξιο μοίρασμα του σκοταδιού
Πέτρα απελέκητη και ηλικία βουβή
Ποτάμι ακίνητο βουερό που όλο κυλάς
Χωρίς ν’ απλώνεσαι∙ μονάχα ως τα κλαδιά
Τυφλά πλοκάμια σου

Δέντρο μου ψάρι του ύπνου μελανό
Λιγνό σκοτάδι

Καμένο αλάτι τέφρα του νερού
Κίτρινο φύλλο δάκρυ του καιρού
Πέφτει ένας ήλιος τσιμουδιά
Φύλλωμα τρίζοντας ψηλά – αλλά

Χωρίς το λάμδα το νερό δεν δένει φύλλο

Με λάμδα ρίχνοντας χοχλάει το νερό
Στον δροσερό του μέσα αχό και δες
Πώς τότε αμέσως δένουνε τα ρω
Πώς ανασαίνει πάλι το νερό
Φτύνει το αλάτι του όλο – αλλά

Δάκρυ ουρανού κυλάει παντού
Νερό με χωρίς φύλλο

Κ. Παπαγεωργίου