Αρχίζω εγώ να ιστορώ με ψηφιακό μολύβι,
του κόσμου την αβρότητα του μέλλοντος τον πήχη.
Καινούργια πλάση έχει γενεί τα οράματα να ζήσει
και ο αδελφός ακολουθεί με αμφίβολη βουλή τη κλήση.
Με δίκτυα όξω από δω περνάνε οι χειμώνες,
τη φάτσα μας τη δίνουμε με πινελιά κορνίζας
κι ο έρωτας παραπατεί αόμματος στις πρίζες.
Από αισθήματα και κριτικές ο λέγον δε κατέχει,
όμως ο αυγερινός την πούλια ψάχνει να βρει,
στη ζούγκλα μέσα έχει μπει με πλοηγό στο χέρι.
Τον κυνηγάει το θεριό με κέρατο στη πλάτη,
στη κουπαστή απ' το πανί η πλώρη θα λυγίσει.
Το ύδωρ άπλετο θα χυθεί στου πνεύμονα την πύλη
βογγώντας από πείνα ο ιχθύς θα έβγει να τον φάει
κι νιότη θα ναι μια ζωή ελεύθερη στο χέρι.
Λ. Ζουλούμης
του κόσμου την αβρότητα του μέλλοντος τον πήχη.
Καινούργια πλάση έχει γενεί τα οράματα να ζήσει
και ο αδελφός ακολουθεί με αμφίβολη βουλή τη κλήση.
Με δίκτυα όξω από δω περνάνε οι χειμώνες,
τη φάτσα μας τη δίνουμε με πινελιά κορνίζας
κι ο έρωτας παραπατεί αόμματος στις πρίζες.
Από αισθήματα και κριτικές ο λέγον δε κατέχει,
όμως ο αυγερινός την πούλια ψάχνει να βρει,
στη ζούγκλα μέσα έχει μπει με πλοηγό στο χέρι.
Τον κυνηγάει το θεριό με κέρατο στη πλάτη,
στη κουπαστή απ' το πανί η πλώρη θα λυγίσει.
Το ύδωρ άπλετο θα χυθεί στου πνεύμονα την πύλη
βογγώντας από πείνα ο ιχθύς θα έβγει να τον φάει
κι νιότη θα ναι μια ζωή ελεύθερη στο χέρι.
Λ. Ζουλούμης