Εύκολα, μεταξύ τους, οι ποιητές αναγνωρίζονται – όχι
από μεγάλα λόγια που θαμπώνουν τους κοινούς, όχι
από ρητορικές χειρονομίες, μόνον από κάτι
ολότελα κοινό με μυστικές διαστάσεις, όπως η Ιφιγένεια
αναγνώρισε αμέσως τον Ορέστη μόλις της είπε»
«Εσύ δεν κεντούσες στο προαύλιο, κάτω απ’ τη λεύκα,
μ’ όμορφα χρώματα σε λευκασμένο υφάδι
τ’ αλλαξοδρόμισμα του ήλιου;» Και πιότερο ακόμη:
«Δεν ήταν στη γωνιά της καμαράς σου φυλαγμένο
το παλιό δόρυ του Πέλοπα;» Και, τότε, εκείνη
έγειρε ευθύς στον ώμο του σφαλώντας τα μάτια
από ’να φως βαθύ, μειλίχιο, σαν νά ’ταν ο ματωβαμένος
βωμός, ακέριος σκεπασμένος μ’ εκείνο
το λευκασμένο υφάδι που η ίδια το κεντούσε
κάτω απ’ τη λεύκα, τα ζεστά μεσημέρια, στην πατρίδα.
Γ. Ρίτσος
από μεγάλα λόγια που θαμπώνουν τους κοινούς, όχι
από ρητορικές χειρονομίες, μόνον από κάτι
ολότελα κοινό με μυστικές διαστάσεις, όπως η Ιφιγένεια
αναγνώρισε αμέσως τον Ορέστη μόλις της είπε»
«Εσύ δεν κεντούσες στο προαύλιο, κάτω απ’ τη λεύκα,
μ’ όμορφα χρώματα σε λευκασμένο υφάδι
τ’ αλλαξοδρόμισμα του ήλιου;» Και πιότερο ακόμη:
«Δεν ήταν στη γωνιά της καμαράς σου φυλαγμένο
το παλιό δόρυ του Πέλοπα;» Και, τότε, εκείνη
έγειρε ευθύς στον ώμο του σφαλώντας τα μάτια
από ’να φως βαθύ, μειλίχιο, σαν νά ’ταν ο ματωβαμένος
βωμός, ακέριος σκεπασμένος μ’ εκείνο
το λευκασμένο υφάδι που η ίδια το κεντούσε
κάτω απ’ τη λεύκα, τα ζεστά μεσημέρια, στην πατρίδα.
Γ. Ρίτσος