Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

Το δάσος

Το δάσος που λαχτάριζες
ώσπου να το περάσεις,
τώρα να το ξεχάσεις
διαβάτη αποσπερνέ.

Μιά αυγινή, το κούρσεψαν
ανίδρωτοι λοτόμοι,
κι εκεί είναι τώρα δρόμοι
διαβάτη αποσπερνέ.

Το τρίσβαθο αναστέναγμα
που άγγιζε την καρδιά σου
κι έσπαε τα γόνατά σου
δε θα τ᾿ ακούσεις πιά,

το πήρανε στα διάπλατα
περίτρομα φτερά τους
και το ῾καμαν λαλιά τους
τα νύχτια τα πουλιά.

Καί κάτι που βραχνόκραζε
με μια φωνή ανθρώπου,
στο ημέρωμα του τόπου
βουβάθηκε κι αυτό.

Το σιγαλό τραγούδισμα
που σ᾿ έσερνε διαβάτη
σε μαγικό παλάτι
δίχως ελπίδα αυγής,

το πήρανε -για κοίταξε-
στερνή ανατριχίλα
τα πεθαμένα φύλλα
που απόμειναν στη γης.

Κι η άρπα με τον ήχο της
που σε γλυκομεθούσε
μα κρύφια σού χτυπούσε
θανάτου μουσική,

χάθηκε με την άγγιχτη
που την κρατούσε κόρη,
στα πέλαγα, στα όρη,
να μην ξανακουστεί.

Το δάσος που λαχτάριζες
ώσπου να το περάσεις,
τώρα να το ξεχάσεις
διαβάτη αποσπερνέ,

γεννήκαν νεκροκρέβατα
τ᾿ άγρια δεντρά του τώρα
και θα τα βρείς στη χώρα
διαβάτη αποσπερνέ.

Μ. Μαλακάσης