Σάββατο 4 Απριλίου 2015

Παιδεία

Φαίνανε πανί στον αργαλειό
και σε ταρσανά ξομπλίαζαν κατάρτι
αντικρύ στο Νήρυτο και στο Δασκαλιό
για ένα κοριτσάκι από τη Σπάρτη.

Κι άρχισε μία τέτοια φασαρία,
πήρε πέντε τούμπες η Ιστορία.

Κέρδισε τη νίκη μία φοράδα
δίχως νού και δίχως γρηγοράδα -
το ῾γραψε κι ο Γέρος στην Ιλιάδα.

Φύγαμε μπατίδοι από την Τροία.
Έχω και χαρτί και μαρτυρία.
Δε θυμάμαι μόνο την πορεία.

Σίγουρα κυβέρναγε το διάκι
ένας γιός τσοπάνου από το Θιάκι.

Είχε δαγκωνιά στο μάγουλό του
που και κείνη βγήκε σε καλό του.

Γιά τη ναυτοσύνη δάσκαλο είχα
ένα γεμιτζή από τη Δολίχα.

Τσούρμο από Κάστο κι από Εχινάδες,
όλοι τους παιδιά: κλάφτε, μανάδες.

Χίπηδες λεβέντες με μαλλιά δασά,
κι ήταν οι χιτώνες μας τσαντίρια.
Μας ξεπροβοδίζαν ξένα τρεχαντήρια,
πούπουλο κρεβάτι και καλά κρασιά.

Κάπου εκεί κοντά στους Λαιστρυγόνες
αγκαστρώσαμε όλες τις γοργόνες.

(Αν τα τελευταία τα γράφω πρώτα
είναι που μπερδέψαμε τη ρότα.)

Είχες και το φόβο της τιμής σου.
Οι ανθρωποφάγοι τα σκυλιά,
πριν σε φαν᾿, σού κάναν τη δουλειά,
για να νοστιμίσει το κορμί σου.

Σμίξαμε κοντά στην Ασκανία
με τους κατεργάρηδες του Αινεία.
Πήγαμε όλοι τσούρμο στα πορνεία.

Κείνες οι ρουφιάνες τ᾿ αποσπόρια,
πήγαν και τους κάψαν τα παπόρια.

Να και η Ναυσικά από τσού Κορφούς
τυλιγμένη μες στη σαπουνάδα.
Είχε τρεις φονιάδες αδερφούς
κάπου στο Μαντούκι, στη Σπιανάδα.

Φαίνε, Πηνελόπη, το πανί σου,
κλώσσαγε την τίμια αναμονή σου.

Τού θεού το ασκί, του Αιόλου,
μας σκορπάει κατά διαόλου.

Την ευχή μου! Βρέστε μου, παιδιά,
κάτι να ριμάρει με παιδεία.
Θέλει και κουράγιο, και καρδιά.
Όλοι μία φωνή : - Ένα ... δύο ...

Ν. Καββαδίας