Βαθιά, τη νύχτα τα μεσάνυχτα,
με τ᾿ ανοιχτά φτερά του ονείρου,
πετά η ψυχή μου, σκλάβα ελεύθερη,
στους μυστικούς κόσμους του Απείρου,
τη νύχτα βλέπει όλα τ᾿ αθώρητα,
που απόκρυβεν η πλάνα μέρα
τη νύχτα ακούει όλα τ᾿ ακούσματα
στον ατρικύμιστον αέρα.
Βλέπει των κάστρων τα φαντάσματα
και τα λευκά στοιχειά των κάστρων
κι ακούει των δέντρων το μεγάλωμα
και το περπάτημα των άστρων.
Γ. Δροσίνης
με τ᾿ ανοιχτά φτερά του ονείρου,
πετά η ψυχή μου, σκλάβα ελεύθερη,
στους μυστικούς κόσμους του Απείρου,
τη νύχτα βλέπει όλα τ᾿ αθώρητα,
που απόκρυβεν η πλάνα μέρα
τη νύχτα ακούει όλα τ᾿ ακούσματα
στον ατρικύμιστον αέρα.
Βλέπει των κάστρων τα φαντάσματα
και τα λευκά στοιχειά των κάστρων
κι ακούει των δέντρων το μεγάλωμα
και το περπάτημα των άστρων.
Γ. Δροσίνης